υπεξαγωγή

υπεξαγωγή
η
λαθραία εξαγωγή, δόλια αφαίρεση, εξαφάνιση: Υπεξαγωγή δημόσιων εγγράφων.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • υπεξαγωγή — η / ὑπεξαγωγή, ΝΜΑ [ὑπεξάγω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού υπεξάγω νεοελλ. 1. λαθραία αφαίρεση 2. φρ. «υπεξαγωγή εγγράφων» (νομ.) η σκόπιμη και βλαπτική αλλότριου συμφέροντος απόκρυψη, βλάβη ή καταστροφή εγγράφου το οποίο δεν ανήκει εξ… …   Dictionary of Greek

  • ὑπεξαγωγαῖς — ὑπεξαγωγή withdrawal fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεξαγωγῆς — ὑπεξαγωγή withdrawal fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”